Η κυστεοσκόπηση διενεργείται από τον ουρολόγο σε περίπτωση αιματουρίας, λιθίασης, υπερπλασίας προστάτη (ΚΥΠ), για τη διερεύνηση των αιτίων που προκαλούν συνεχείς ουρολοιμώξεις, σε περιπτώσεις επώδυνης ούρησης ή ούρησης με διαταραχές. Όταν ο ουρολόγος εντοπίσει με το κυστεοσκόπιο κάποιον όγκο, ή θήλωμα στην κύστη, μπορεί ταυτόχρονα να πάρει δείγματα ιστού από τον βλεννογόνο, προκειμένου να δοθούν για βιοψία, να καυτηριάσει μικρές παθολογικές βλάβες ή και να αφαιρέσει ουρητηρικούς καθετήρες.
Πως γίνεται η κυστεοσκόπηση
Πάνω στο κυστεοσκόπιο είναι ενσωματωμένη μια κάμερα η οποία επιτρέπει την επισκόπηση των τοιχωμάτων της ουροδόχου κύστης, της ουρήθρας, εάν υπάρχει στένωση βλάβη στον σφιγκτήρα και τη διάγνωση των διαφόρων παθήσεων (θηλώματα, λιθιάσεις, συγγενείς ανωμαλίες, όγκος μέσα στη ουροδόχο κύστη), ενώ στον άνδρα επιπλέον μπορεί να εποπτεύσει εσωτερικά και τον προστάτη.
Εάν απαιτείται βιοψία της ουροδόχου κύστεως ή βιοψία του προστάτη, τότε μέσα από το κυστεοσκόπιο περνούν μικρές λαβίδες για τη λήψη δειγμάτων βιοψίας.
Η κυστεοσκόπηση διενεργείται στην κλινική με τοπική αναισθησία. Μετά την εξέταση μπορεί να εκδηλωθεί μία ήπια ενόχληση κατά τη διάρκεια της ούρησης τις επόμενες 2-3 ώρες η οποία αντιμετωπίζεται με παυσίπονο, ή να εκδηλωθεί πρόσκαιρη συχνουρία.